Pages

May 29, 2006

Χτες 2

Περπατούσα ανυπόμονα μπροστά από το «Χέρι», δεν ήξερα ότι αποκαλούσαν με αυτό τον τρόπο το γλυπτό μνήμης αφιερωμένο σε αυτούς που πνίγηκαν με το σκυλοπνίχτη το «Ηράκλειο». Ένα χέρι απόγνωσης να ξεπροβάλλει από τα κύματα. Μοιραζόμουν την αγωνία του «χεριού» που επιβάρυνε και την δική μου. Που είναι, που είναι, γιατί αργεί;

Το άρωμα της γαρδένιας που είχα κόψει για εκείνη, το μοναδικό μπουμπούκι που είχε ανθήσει εκείνο το βράδυ, μόνο για εκείνη, μεθούσε τις αισθήσεις μου.
Ξεπρόβαλε μέσα από το πλήθος χαμογελώντας.

«Πως είναι;» με ρώτησε ένας φίλος… «δεν ξέρω», του απαντώ… πώς να περιγράψεις έναν άγγελο; Ακόμα και οι ζωγράφοι μπορούν να φανταστούν την εικόνα τους, αλλά αν δουν έναν, θα έχουν χρώματα, γραμμές και πινελιές να τους απεικονίσουν; Θα βρουν επίθετα και λέξεις να τους περιγράψουν;

Της έδωσα την γαρδένια που ανυπομονούσε να την γνωρίσει. Είχε κοπεί από την ζωή για ένα και μοναδικό λόγο, και ενώ ήξερε ότι εκείνη την στιγμή ξεκίνησε η μοιραία πορεία για τον θάνατο της εκείνη έδινε όλη της την ανάσα και την ομορφιά της για να την ευχαριστήσει.
Δεν ξέρω τι με χτύπησε πρώτο, το άγγιγμα της καθώς έπαιρνε την γαρδένια από τα χέρια μου, η λάμψη από το χαμόγελό της, η έκφραση στα μάτια της καθώς άφηνε την γαρδένια να κάνει τα μαγικά της στις αισθήσεις της.

Περπατούσε γρήγορα, η πίεση της ημέρας ακόμα στα βήματα της. Την έπιασα από το χέρι να την φέρω στους ρυθμούς του παλιού λιμανιού της πόλης. Δεν μπορούσα να εμπιστευτώ την καρδιά μου για ρυθμό, αυτή χτυπούσε λες και σε δεν υπήρχε αύριο.

Στον διαλογισμό μαθαίνεις ότι η αναπνοή είναι πηγή ζωής, μαθαίνεις να την σέβεσαι, να της δίνεις την αξία που της ανήκει ως πηγή ζωής, να της δίνεις τον χρόνο σου ώστε να στον επιστρέφει πολύτιμο. Εκείνη την στιγμή, δίπλα της ο χώρος και ο χρόνος δεν ήταν έννοιες, δεν είχαν υπόσταση. Οι δείκτες του ρολογιού είχαν σταματήσει στο τώρα, στην μία αναπνοή, στην στιγμή της απόλυτης συνείδησης.

Φτάσαμε μπροστά από το αυτοκίνητο της. Κοντοστέκαμε μιλώντας άσκοπα για άλλη μια φορά. Προχωράς; Δεν προχωράς. Πως μια απόσταση 50 εκατοστών μπορεί να είναι τόσο μεγάλο χάσμα; Τα μάτια της δεν προδώσανε την θέληση της. Δεν είναι σίγουρη. Το νιώθω στην ανάσα της. Μου σφίγγει το χέρι και σκάει ένα φιλί στον αέρα. Πόσο θα ήθελα να ήμουν ο αέρας στα χείλη της. 50 εκατοστά μακριά τα δικά μου ψάχνουν μάταια την αύρα του φιλιού της.

Ίσως να είναι πολύ νωρίς, πρώτο ραντεβού που βγαίνουμε μόνοι μας. Από την άλλη φοβάμαι. Φοβάμαι ότι τα μικρά Χανιά δεν είναι ικανά να την κρατήσουν ευτυχισμένη. Φοβάμαι ότι θα χτυπήσει το τηλέφωνο και θα μου πει, φεύγω Βρυξέλες, Αυστραλία, Ουγκάντα, Μαρόκο… δεν έχει σημασία το που, ίσως να μην θέλει να δεσμευτεί για να μπορεί να φύγει. Ίσως το χάσιμο στα μάτια της να είναι οι στέπες της Αφρικής, η αναπνοή της ο αέρας της Κίνας, το άγγιγμα της το δάσος του Περού.

No comments:

A wise saying

Home is where your heart is