Κάναμε μια συζήτηση στο σπίτι μου κάποια στιγμή για το όνομα μου και πως στο γυμναστήριο με έχουν γράψει Χρίστο αντί για Χρήστο. Η Karry λοιπόν μου είπε ότι το πρώτο είναι σωστό και όχι το δεύτερο και μπορεί να μου το αποδείξει. Δυο μέρες αργότερα μου έφερε τον τρίτο τόμο των άπαντα - Καβάφης εκδόσεις Φυκίρης 1982 όπου ένα κείμενο του το οποίο σας παραθέτω αυτούσιο έχει τον τίτλο που έβαλα κι εγώ στο σημερινό μου σημείωμα. Συγγνώμη για τους περίεργους τόνους αλλά το πρόγραμμα αναγνώρισης χαρακτήρων μπερδεύει ψιλές και δασείες
***
Κατ' αυτάς έγραψα προς τον φίλον μου Χρίστον καλούμενον διά τίνα ύπόθεσιν μεταξύ μας, ο δε καλός μου φίλος έμπιστευτικώς εν ύστερογράφω, μοί έγνωστοποίησεν ότι το Χρήστος γράφεται μέ η και Οχι μέ ί, και οτι γράφων τις αυτό φωράται αγράμματος. Εγώ, χωρίς νά συμμερίζομαι πολύ τήν γνώμην του φίλου μου, ή μάλλον τήν γνώμην των δασκάλων του (διότι ή γνώμη είναι δασκαλική και ό φίλος μου δάσκαλος δέν είναι), οτι δηλαδή ή άγραμματωσύνη ή μή των νέων Ελλήνων έγκειται εις μερικά ιώτα ή ήτα απαντώ δημοσία εις αυτόν και εις πάντα άλλον έχοντα αυτήν τήν γνώμην.
Ή διεθνής αυτή πλάνη, ή λεγομένη ορθογραφία, είναι βεβαίως λείψανον της πάλαι άλλοίας προφοράς τών λέξεων, ήτις εν τη παρόδω τών αιώνων μετεβλήθη και μεταβάλλεται, διότι ή γλώσσα, ή υπό οργάνων παραγόμενη και δι' οργάνων έκφαινομένη, είναι τι όργανικόν και υπόκειται και αύτη εις τήν τών πάντων ροήν, κατά τον νόμον όνπερ ό Δημόκριτος διετύπωσεν.
Διά νά ευρωμεν λοιπόν τήν άμφισβητουμένην όρθογραφίαν μιας λέξεως πρέπει, κατά τους γλωσσολόγους, νά γνωρίζωμεν τήν ίστορίαν της λέξεως «Χρίστος».
Ανέκαθεν ή ελληνική γλώσσα συνηθίζει νά παράγη κύρια ονόματα έξ επιθέτων όξυτόνων παραβιάζουσα αυτά. οίον Ξάνθος έκ του ξανθός, Γράνικος έκ του γρανικός, Κυριάκος έκ του Κυριάκος — το τελευταϊον τούτο οί διδάσκαλοι μας καθαρευολογοϋντες και της γλωσσικής άγνοιαν οφλισκάνοντες, άναγκάζουσιτους φέροντας αυτό μαθητάς των να τό γράφωσι Κυριάκος. — Εις δε τό χωρίον Χαράκι της Κυζίκου ήκουσα και τό όνομα Λύγηρος, εκ του λυγηρός έξάπαντος.
Τώρα, κατά ταυτα και τό κύριον Ονομα «Χρίστος», αν παράγεται άπό τό έπίθετον χρηστός = χρήσιμος, καλός, πρέπει να γράφεται με η, αλλά ακριβώς εδώ είναι ό κόμβος οτι δέν παράγεται καθόλου άπό αυτήν τήν λέξιν, άλλ' άπό του «Χριστός» = κεχρισμένος, ήτοι άπ' αύτοΰ του ονόματος του Σωτήρος.
Τά σημερινά μας ονόματα προέρχονται άπό δύο άλλους διαφόρους πηγάς' ήτοι τά μεν άπό τήν έλληνικήν αρχαιότητα, τά δε άπό τήν χριστιανικών θρησκείαν. Και λοιπόν άφοΰ ή λέξις «χρηστός» είναι αρχαία ελληνική, έπρεπε τό όνομα «Χρίστος», αν εξ αυτής πράγματι παρήγετο, να άπαντα παρά τοις άρχαίοις "Ελλησι' γνωστόν όμως οτι τό τοιούτον όνομα παρ' αύτοις δέν υπήρχε" άφ' ετέρου δε είναι γνωστόν, οτι πριν ή άναφανή τό όνομα ((Χρίστος» παρά τοις χριστιανοΐς Έλλησιν, ή λέξις «χρηστός» είχε πέσει ήδη εις άχρηστίαν εν τή λαλουμένη γλώσση. Ένώ απεναντίας βλεπομεν συγχρόνως έν χρήσει αρκετά ονόματα κύρια εκ τών ιδιοτήτων του Κυρίου ημών λαμβανόμενα, άτινα οι δίδοντες αυτά προσειχον ίνα, ή διά περικοπής, ή διά προσθήκης, ή διά παρατονισμοΰ, διαφέρωσι κατά τι άπό τών καθαυτό ονομάτων του Υίοΰ του Θεού, ίνα μή θνητοί ανάξιοι φέρωσιν αυτά ταΰτα τά θεία ονόματα, άλλα μόνον παρεμφερή προς αυτά. Οΰτως οι βυζαντινοί ούδένα έκτος του Χρίστου έλεγον Εμμανουήλ, τους δε κοινούς θνητούς Μα-νουήλ. Και μάρτυς μου ό Πτωχοπρόδρομος, ό όποιος Μανουήλ, τον Κομνηνόν προσφωνεί ού¬τω" ((Εμμανουήλ παρά σαρανταπέντε» (βιβλ.β' 374)* δηλαδή «—Χριστέ» άλλα μείον αύτου κατά τήν συλλαβήν «ΕΜ», ήτοι πέντε και σαράντα. Τοΰτ' αυτό ϊσως γινωσκων και ό μεσαιωνολόγος κ. Γεδεών, γράφεται Μανουήλ, και ούχι Εμμανουήλ. (Το Εμμανουήλ ως κύριον όνομα έγράφη βεβαίως προς έξελλήνισιν [δίο] τοΰ κοινού ονόματος Μανώλης, υπό τίνος των τυμβωρύχων δασκάλων της παρελθούσης γενεάς, οίτινες ένησμενίζοντο νά προσκολλώσι θνησιμαίας συλλαβάς εις ζώσας λέξεις, και οίτινες κατά κακήν μας τύχην μας έκληροδότησαν αρκετούς διαδόχους κατά τήν παροΰσαν γενεάν). "Ετερον άνάλογον εχομεν «Σωτήριος», εκ τοΰ Σωτήρ. Έτερον θηλυκόν «Αναστασία» εκ τοΰ «Άνάστασις» κτλ., ούτω λοιπόν ελέχθη και «Χρίστος», έκ τοΰ Χριστός, ό δε παρατονισμός ούτως έκπληροΐ δύο απαιτήσεις" πρώτον τον κλασσικόν κα¬νόνα, ίνα έκ τοΰ όξυτόνου επιθέτου γείνη πα-ροξύτονον κύριον Ονομα, και δεύτερον τήν ευ¬σεβή συνήθειαν τοΰ νά διαφέρη κατά τύπον άπο τοΰ θείου επιθέτου.
Επιτρέψατε μοι τώρα νά θεωρώ τήν γραφήν Χρήστος έργον ημιμαθούς, όποιον ανέφε¬ρα ανωτέρω και διά το Εμμανουήλ, ην άβασανίστως ήκολουθήσαμεν πάντες, εν οΐς και ό ρηθείς φίλος μου Χρίστος ό εγγράμματος.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Τηλέγραφος», Αλεξανδρείας, 21 Δεκεμβρίου 1901.
***
***
Κατ' αυτάς έγραψα προς τον φίλον μου Χρίστον καλούμενον διά τίνα ύπόθεσιν μεταξύ μας, ο δε καλός μου φίλος έμπιστευτικώς εν ύστερογράφω, μοί έγνωστοποίησεν ότι το Χρήστος γράφεται μέ η και Οχι μέ ί, και οτι γράφων τις αυτό φωράται αγράμματος. Εγώ, χωρίς νά συμμερίζομαι πολύ τήν γνώμην του φίλου μου, ή μάλλον τήν γνώμην των δασκάλων του (διότι ή γνώμη είναι δασκαλική και ό φίλος μου δάσκαλος δέν είναι), οτι δηλαδή ή άγραμματωσύνη ή μή των νέων Ελλήνων έγκειται εις μερικά ιώτα ή ήτα απαντώ δημοσία εις αυτόν και εις πάντα άλλον έχοντα αυτήν τήν γνώμην.
Ή διεθνής αυτή πλάνη, ή λεγομένη ορθογραφία, είναι βεβαίως λείψανον της πάλαι άλλοίας προφοράς τών λέξεων, ήτις εν τη παρόδω τών αιώνων μετεβλήθη και μεταβάλλεται, διότι ή γλώσσα, ή υπό οργάνων παραγόμενη και δι' οργάνων έκφαινομένη, είναι τι όργανικόν και υπόκειται και αύτη εις τήν τών πάντων ροήν, κατά τον νόμον όνπερ ό Δημόκριτος διετύπωσεν.
Διά νά ευρωμεν λοιπόν τήν άμφισβητουμένην όρθογραφίαν μιας λέξεως πρέπει, κατά τους γλωσσολόγους, νά γνωρίζωμεν τήν ίστορίαν της λέξεως «Χρίστος».
Ανέκαθεν ή ελληνική γλώσσα συνηθίζει νά παράγη κύρια ονόματα έξ επιθέτων όξυτόνων παραβιάζουσα αυτά. οίον Ξάνθος έκ του ξανθός, Γράνικος έκ του γρανικός, Κυριάκος έκ του Κυριάκος — το τελευταϊον τούτο οί διδάσκαλοι μας καθαρευολογοϋντες και της γλωσσικής άγνοιαν οφλισκάνοντες, άναγκάζουσιτους φέροντας αυτό μαθητάς των να τό γράφωσι Κυριάκος. — Εις δε τό χωρίον Χαράκι της Κυζίκου ήκουσα και τό όνομα Λύγηρος, εκ του λυγηρός έξάπαντος.
Τώρα, κατά ταυτα και τό κύριον Ονομα «Χρίστος», αν παράγεται άπό τό έπίθετον χρηστός = χρήσιμος, καλός, πρέπει να γράφεται με η, αλλά ακριβώς εδώ είναι ό κόμβος οτι δέν παράγεται καθόλου άπό αυτήν τήν λέξιν, άλλ' άπό του «Χριστός» = κεχρισμένος, ήτοι άπ' αύτοΰ του ονόματος του Σωτήρος.
Τά σημερινά μας ονόματα προέρχονται άπό δύο άλλους διαφόρους πηγάς' ήτοι τά μεν άπό τήν έλληνικήν αρχαιότητα, τά δε άπό τήν χριστιανικών θρησκείαν. Και λοιπόν άφοΰ ή λέξις «χρηστός» είναι αρχαία ελληνική, έπρεπε τό όνομα «Χρίστος», αν εξ αυτής πράγματι παρήγετο, να άπαντα παρά τοις άρχαίοις "Ελλησι' γνωστόν όμως οτι τό τοιούτον όνομα παρ' αύτοις δέν υπήρχε" άφ' ετέρου δε είναι γνωστόν, οτι πριν ή άναφανή τό όνομα ((Χρίστος» παρά τοις χριστιανοΐς Έλλησιν, ή λέξις «χρηστός» είχε πέσει ήδη εις άχρηστίαν εν τή λαλουμένη γλώσση. Ένώ απεναντίας βλεπομεν συγχρόνως έν χρήσει αρκετά ονόματα κύρια εκ τών ιδιοτήτων του Κυρίου ημών λαμβανόμενα, άτινα οι δίδοντες αυτά προσειχον ίνα, ή διά περικοπής, ή διά προσθήκης, ή διά παρατονισμοΰ, διαφέρωσι κατά τι άπό τών καθαυτό ονομάτων του Υίοΰ του Θεού, ίνα μή θνητοί ανάξιοι φέρωσιν αυτά ταΰτα τά θεία ονόματα, άλλα μόνον παρεμφερή προς αυτά. Οΰτως οι βυζαντινοί ούδένα έκτος του Χρίστου έλεγον Εμμανουήλ, τους δε κοινούς θνητούς Μα-νουήλ. Και μάρτυς μου ό Πτωχοπρόδρομος, ό όποιος Μανουήλ, τον Κομνηνόν προσφωνεί ού¬τω" ((Εμμανουήλ παρά σαρανταπέντε» (βιβλ.β' 374)* δηλαδή «—Χριστέ» άλλα μείον αύτου κατά τήν συλλαβήν «ΕΜ», ήτοι πέντε και σαράντα. Τοΰτ' αυτό ϊσως γινωσκων και ό μεσαιωνολόγος κ. Γεδεών, γράφεται Μανουήλ, και ούχι Εμμανουήλ. (Το Εμμανουήλ ως κύριον όνομα έγράφη βεβαίως προς έξελλήνισιν [δίο] τοΰ κοινού ονόματος Μανώλης, υπό τίνος των τυμβωρύχων δασκάλων της παρελθούσης γενεάς, οίτινες ένησμενίζοντο νά προσκολλώσι θνησιμαίας συλλαβάς εις ζώσας λέξεις, και οίτινες κατά κακήν μας τύχην μας έκληροδότησαν αρκετούς διαδόχους κατά τήν παροΰσαν γενεάν). "Ετερον άνάλογον εχομεν «Σωτήριος», εκ τοΰ Σωτήρ. Έτερον θηλυκόν «Αναστασία» εκ τοΰ «Άνάστασις» κτλ., ούτω λοιπόν ελέχθη και «Χρίστος», έκ τοΰ Χριστός, ό δε παρατονισμός ούτως έκπληροΐ δύο απαιτήσεις" πρώτον τον κλασσικόν κα¬νόνα, ίνα έκ τοΰ όξυτόνου επιθέτου γείνη πα-ροξύτονον κύριον Ονομα, και δεύτερον τήν ευ¬σεβή συνήθειαν τοΰ νά διαφέρη κατά τύπον άπο τοΰ θείου επιθέτου.
Επιτρέψατε μοι τώρα νά θεωρώ τήν γραφήν Χρήστος έργον ημιμαθούς, όποιον ανέφε¬ρα ανωτέρω και διά το Εμμανουήλ, ην άβασανίστως ήκολουθήσαμεν πάντες, εν οΐς και ό ρηθείς φίλος μου Χρίστος ό εγγράμματος.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Τηλέγραφος», Αλεξανδρείας, 21 Δεκεμβρίου 1901.
***
2 comments:
συγχαρητήρια. είναι καταπληκτικό αυτό το κείμενο που βρήκες.
Δυστυχώς οφείλω να διαψεύσω τον αγαπημένο Καβάφη και αντιγράφω απο το "Λεξικόν της Ελληινκής Αρχαιολογίας" του Αλεξ.Ρ.Ραγκαβή τόμος Β 1891
"Χρήστος υιός Νικομήδους του δευτέρου βασιλέως της Βιθυνίας , όστις άλλως και Σωκράτης ελέγετο"
και επειδή ο Νικομήδης έζησε γύρω στα 300 χρόνια πριν τον "Χριστό" το όνομα βρίσκετε και στους αρχαίους χρόνους.
Post a Comment